"Τα παιδιά του πολέμου"

Η μέρα που ο πόλεμος ήρθε

(“The day the war came” της Nicola Davies)

Ελεύθερη απόδοση: Αλκιβιάδης Κούσης

Τη μέρα που ο πόλεμος ήρθε,

λουλούδια ανθίζαν στο περβάζι

γλυκά ο πατέρας μου νανούριζε τον αδελφό μου για να κοιμηθεί.

Το πρωινό μού έφτιαξε η μητέρα,

με φίλησε απαλά στη μύτη, το δρόμο πήραμε μαζί για το σχολείο.

Εκείνο το πρωί το μάθημα ήτανε για τα ηφαίστεια,

τραγούδησα κι ένα τραγούδι για το πώς γίνονται βάτραχοι οι γυρίνοι.

Έφτιαξα και μία ζωγραφιά του εαυτού μου με φτερά.

Ύστερα, λίγο μετά το μεσημεριανό μου γεύμα

κι ενώ στον ουρανό τα σύννεφα έφτιαχναν ένα δελφίνι,

ο πόλεμος ήρθε.

Στην αρχή, σαν πιτσιλιά από χαλάζι

ο ήχος μιας βροντής

κι ύστερα παντού καπνός, φωτιά και θόρυβος,

που εγώ δεν καταλάβαινα…

Ήρθε σ’ όλη την παιδική χαρά,

στο πρόσωπο ήρθε της δασκάλας μου.

Τη στέγη μας έριξε κάτω,

γέμισε ερείπια την πόλη.

Τις λέξεις δεν μπορώ να βρω να περιγράψω,

μια μαύρη τρύπα έγινε το σπιτικό μου.

Το μόνο που μπορώ να πω είναι αυτό:

Ο πόλεμος πήρε τα πάντα,

ο πόλεμος τους πήρε όλους κι εγώ βρέθηκα μέσα στα κουρέλια, ματωμένη, μοναχή.

Έτρεξα.

Σκαρφάλωσα σε φορτηγά, σε λεωφορεία, διέσχισα χωράφια, δρόμους και βουνά

μέσα στο κρύο και τη λάσπη, τη βροχή…

Βρέθηκα σε μια βάρκα που έμπασε νερά και σχεδόν βυθίστηκε,

βγήκα σε μια παραλία όπου τα μωρά κείτονταν με το πρόσωπο χωμένο μες στην άμμο. Έτρεξα μέχρι εκεί που δεν μπορούσα πια να τρέξω,

μέχρι που έφτασα σε μια σειρά από καλύβες και βρήκα μια γωνιά με μια βρώμικη κουβέρτα και μια πόρτα που την τράνταζε ο άνεμος.

Αλλά ο πόλεμος με είχε ακολουθήσει.

Βρισκόταν κάτω από το δέρμα μου,

κάτω απ’ τα μάτια μου και μέσα στα όνειρά μου.

Είχε στην κατοχή του την καρδιά μου.

Περπάτησα και περπάτησα προσπαθώντας να τον διώξω μακριά μου,

προσπαθώντας να βρω μια γωνιά που εκείνος να μην έχει φτάσει.

Όμως ο πόλεμος ήταν εκεί,

σ’ όλες τις πόρτες που έμεναν κλειστές κάθε φορά που εγώ βρισκόμουνα στο δρόμο,

ήταν εκεί, κάθε φορά που οι άνθρωποι δεν μου χαμογελούσαν κι έφευγαν μακριά.

Ήρθα σ’ ένα σχολείο.

Κοίταξα μέσα από το παράθυρο.

Είχαν ένα μάθημα για τα ηφαίστεια, ζωγράφιζαν πουλιά και τραγουδούσαν.

Μπήκα μέσα.

Τα βήματά μου ακούστηκαν στο διάδρομο.

Έσπρωξα την πόρτα και πρόσωπα πολλά γυρίσαν να με δουν, αλλά η δασκάλα δε χαμογελούσε.

Μου είπε, δεν υπάρχει θέση εδώ για σένα, βλέπεις, δεν υπάρχει καμιά καρέκλα ελεύθερη να κάτσεις, πρέπει να φύγεις.

Κι ύστερα κατάλαβα πως ο πόλεμος είχε φτάσει κι εδώ.

Γύρισα πίσω στην καλύβα, στη γωνιά και στην κουβέρτα, γλίστρησα μέσα της.

Φαινόταν πως ο πόλεμος είχε κατακτήσει όλο τον κόσμο, όλους τους ανθρώπους.

Κάποιος μου χτύπησε την πόρτα. Νόμισα ήταν ο αέρας.

Άκουσα όμως μια παιδική φωνή να μου μιλάει. «Σου έφερα αυτό», μου είπε, «έτσι μπορείς να έρθεις στο σχολείο».

Ήτανε μια καρέκλα. Μια καρέκλα για μένα να καθίσω και να μάθω για τα ηφαίστεια, τους βατράχους και για να τραγουδήσω, να διώξω τον πόλεμο από την καρδιά μου.

Μου χαμογέλασε και είπε: «Οι φίλοι μου έχουν φέρει κι αυτοί τις δικές τους καρέκλες, έτσι, όλα τα παιδιά από εδώ μπορούν να έρθουν στο σχολείο».

Από κάθε καλύβα βγήκε ένα παιδί και περπατήσαμε όλοι μαζί σ’ έναν δρόμο που οι καρέκλες είχαν σχηματίσει μια γραμμή.

Σε κάθε ένα βήμα μας τον πόλεμο σπρώχναμε μακριά.

Η Nicola Davies*, Βρετανή συγγραφέας παιδικών βιβλίων, το 2016 δημοσίευσε στην εφημερίδα The Guardian ένα ποίημα με τον τίτλο «Η μέρα που ο πόλεμος ήρθε» (The day the war came) ως απάντηση στην απόφαση της κυβέρνησης της Μ. Βρετανίας να μην επιτρέψει στα ασυνόδευτα παιδιά πρόσφυγες από τη Συρία να βρουν ασφαλές καταφύγιο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η συγγραφέας συγκινήθηκε όταν άκουσε ότι σ’ ένα σχολείο αρνήθηκαν την είσοδο ενός προσφυγόπουλου με τη δικαιολογία ότι δεν υπάρχει θέση για κείνο. Το παιδί επανήλθε την επόμενη μέρα κρατώντας μια σπασμένη καρέκλα, αλλά και πάλι δεν έγινε δεκτό.

Το ποίημα συνοδευόταν κι από την εικόνα ενός άδειου ξύλινου καθίσματος για παιδιά, που σχεδίασε η εικονογράφος Jackie Morris. Ταυτόχρονα ξεκίνησε μια καμπάνια στο twitter με τον τίτλο #3000chairs, όπου καλούνταν εικονογράφοι, ζωγράφοι, καλλιτέχνες, αλλά και οποιοσδήποτε άλλος ήθελε, να ζωγραφίσουν ή να σχεδιάσουν μια καρέκλα και να την δημοσιεύσουν στο twitter χρησιμοποιώντας αυτό το συγκεκριμένο hashtag. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν συγκινητική. Εκατοντάδες σκίτσα και εικόνες κατέκλυσαν το twitter, το προφίλ της Davies στο facebook αλλά και το προσωπικό της ταχυδρομείο. 

1. Να σχολιάσετε το στίχο του ποιήματος "Όμως ο πόλεμος ήταν εκεί, σ’ όλες τις πόρτες που έμεναν κλειστές κάθε φορά που εγώ βρισκόμουνα στο δρόμο, ήταν εκεί, κάθε φορά που οι άνθρωποι δεν μου χαμογελούσαν κι έφευγαν μακριά". Με ποιο εκφραστικό μέσο εκφράζει η ποιήτρια τα συναισθήματά της;

2. Να αναφερθείτε στις επιπτώσεις του πολέμου στα παιδιά  σε ένα κειμένο 200 λέξεων που θα αποτελέσει εισαγωγή σε μια εκστρατεία ειρήνης σε ιστοσελίδα του διαδικτύου.

Κριτήριο λογοτεχνίας ( "Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι")

Ο Όσκαρ Ουάιλντ (πλήρες όνομα Όσκαρ Φίνγκαλ Ο'Φλάχερτι Ουίλς Ουάιλντ, αγγλ. Oscar Fingal O'Flahertie Wills Wilde, 16 Οκτωβρίου 1854 – Παρίσι, 30 Νοεμβρίου 1900) ήταν Ιρλανδός μυθιστοριογράφος, ποιητής, δραματουργός και κριτικός. Έχοντας περάσει από διάφορα είδη γραπτού λόγου καθ' όλη τη δεκαετία του 1880, γεύτηκε τη δόξα ως θεατρικός συγγραφέας στο Λονδίνο στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Στις μέρες μας έχει γίνει γνωστός για τα ευφυολογήματά του, το μοναδικό του μυθιστόρημα (Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ), τα θεατρικά έργα του, τις συνθήκες φυλάκισής του καθώς και τον πρόωρο θάνατό του

Ο Ντόριαν Γκρέι είναι ένας αριστοκράτης, πλούσιος και κοσμικός νέος, με εκθαμβωτική ομορφιά που σαγηνεύει όποιον τον αντικρίζει. Ο Ντόριαν συνειδητοποιεί τη γοητεία που ασκεί στους ανθρώπους, όταν στέκει θαμπωμένος μπροστά στο πορτρέτο που του φιλοτέχνησε ένας φημισμένος ζωγράφος, ο Μπαζίλ Χόλγουορντ. Μια ευχή ανεβαίνει αυθόρμητα στα χείλη του: Να μη γεράσει ποτέ. Πράγματι, ενώ τα χρόνια περνούν, τα σημάδια του χρόνου αποτυπώνονται στο πορτρέτο, ενώ η δική του ομορφιά παραμένει αναλλοίωτη.

«Αγαπητέ μου φίλε, σε συγχαίρω μέσα από την καρδιά μου» είπε.

«Είναι το καλύτερο πορτρέτο της εποχής μας. Κύριε Γκρέι, ελάτε να δείτε τον εαυτό σας».

Ο νέος ξαφνιάστηκε, σαν να ξύπνησε από όνειρο.

«Τέλειωσε, πράγματι;» μουρμούρισε και κατέβηκε από την εξέδρα.

«Δεν λείπει ούτε πινελιά» είπε ο ζωγράφος.

«Και σήμερα εσύ συνεργάστηκες άριστα. Σου είμαι βαθιά υποχρεωμένος».

«Αυτό οφείλεται εξ ολοκλήρου σε μένα» διέκοψε ο λόρδος Χένρι.

«Έτσι δεν είναι, κύριε Γκρέι;»

Ο Ντόριαν δεν έδωσε καμιά απάντηση. Πέρασε με απάθεια μπροστά από τον πίνακα και γύρισε να τον κοιτάξει. Μόλις τον είδε έκανε προς τα πίσω και για λίγο τα μάγουλά του φλογίστηκαν από ικανοποίηση. Ένα βλέμμα χαράς φάνηκε στα μάτια του, σαν να αναγνώρισε τον εαυτό του για πρώτη φορά. Στεκόταν ακίνητος και κατάπληκτος. Μόλις που αντιλαμβανόταν ότι του μιλούσε ο Χόλγουορντ, αλλά δεν έπιανε το νόημα των λόγων του. Η αίσθηση της ομορφιάς του ήταν για τον ίδιο κάτι σαν αποκάλυψη.

Δεν είχε νιώσει ποτέ άλλοτε έτσι. Δε θεωρούσε τις φιλοφρονήσεις του Μπαζίλ Χόλγουορντ κάτι παραπάνω από τις απλές ευπρόσδεκτες υπερβολές της φιλίας. Τις άκουγε, γελούσε και τις ξεχνούσε. Δεν τον είχαν επηρεάσει βαθύτερα. Ύστερα ήρθε ο λόρδος Χένρι Γουότον με τα πανηγυρικά εγκώμια στη νιότη και στη φοβερή προειδοποίηση για το πόσο πρόσκαιρη είναι. Αυτό, εκείνη τη στιγμή, τον είχε συνταράξει και, τώρα, καθώς παρατηρούσε ορθός την αντανάκλαση της δικής του ομορφιά, όλη η αλήθεια των λόγων του τον πλημμύρισε. Ναι, κάποια μέρα το πρόσωπό του θα μαραινόταν και θα γέμιζε ρυτίδες, τα μάτια του θα έχαναν το χρώμα και τη λάμψη τους, το λυγερό κορμί του θα καμπούριαζε και θα παραμορφωνόταν. Η πορφυρή απόχρωση θα εγκατέλειπε τα χείλη του, οι χρυσαφιές ανταύγειες θα άφηναν τα μαλλιά του. Η ζωή θα έπλαθε την ψυχή του, αλλά θα αφάνιζε το κορμί του. Θα γινόταν τρομακτικός, δύσμορφος και αποκρουστικός. 

Καθώς τα σκεφτόταν όλα αυτά, ένας οξύς πόνος τον διαπέρασε σαν στιλέτο και έκανε τις ντελικάτες ίνες του κορμιού του να ριγήσουν. Τα μάτια του πήραν πιο βαθύ χρώμα, σαν του αμέθυστου, και καλύφθηκαν από δάκρυα. Ένιωσε σαν ένα παγωμένο χέρι να άδραξε την καρδιά του. [...] «Είναι τόσο θλιβερό!» μουρμούρισε ο Ντόριαν Γκρέι, με τα μάτια ακόμη καρφωμένα στο πορτρέτο του. Είναι τόσο θλιβερό! Θα γεράσω, θα γίνω δύσμορφος και αποκρουστικός. Αυτός ο πίνακας, όμως, θα μείνει πάντα νέος. Απ’ αυτή τη μέρα του Ιουνίου και μετά, ο χρόνος δεν θα τον αγγίζει… Ας γινόταν το αντίστροφο! Ας έμενα πάντα νέος εγώ κι ας γερνούσε το πορτρέτο μου! Για κάτι τέτοιο… για κάτι τέτοιο θα έδινα τα πάντα! Ναι, δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που δεν θα έδινα! Θα έδινα και τη ψυχή μου γι’ αυτό!»

Ερώτηση

Στο κείμενο μέσα από τη συμπεριφορά του Ντόριαν Γκρέι αναδεικνύεται το θέμα του ναρκισσισμού. Ποια στοιχεία του κειμένου δικαιολογούν αυτή τη διαπίστωση; Στη σημερινή εποχή με ποιον τρόπο ο άνθρωπος επιδεικνύει τον ναρκισσισμό του; (150-200 λέξεις)

Ημερίδα 21/5 2021 " Η λογοτεχνία στο σχολείο"

Οδυσσέας Ελύτης

"Ο μικρός ναυτίλος" 

Είσαι νέος –το ξέρω– και δεν υπάρχει τίποτε.

Λαοί, έθνη, ελευθερίες, τίποτε.

Όμως είσαι.

Και την ώρα που Φεύγεις με το ‘να πόδι σου έρχεσαι με τ’ άλλο

Ερωτοφωτόσχιστος

Περνάς θέλεις – δε θέλεις

Αυλητής φυτών και συναγείρεις τα είδωλα

Εναντίον μας. Όσο η φωνή σου αντέχει. …

Πάλλονται κάτω απ’ το δέρμα σου οι μυώνες

Ή τα ζώα που πίνουν κι ύστερα κοιτούν

Πώς σβήνουν την αθλιότητα: ίδια εσύ

Παραλαμβάνεις απ’ τους Δίες τον κεραυνό

Και ο κόσμος σού υπακούει.

Εμπρός λοιπόν Από σένα η άνοιξη εξαρτάται. Τάχυνε την αστραπή

Πιάσε το ΠΡΕΠΕΙ από το ιώτα και γδάρε το ίσαμε το πι.

Αριστοτέλης Τα ήθη των νέων

«Οι μεν νέοι λοιπόν είναι ως προς τα ήθη επιρρεπείς στις επιθυμίες τους, και είναι ικανοί να εκτελέσουν εκείνα τα οποία τυχόν θα επιθυμήσουν. Και από τις σωματικές τους επιθυμίες κατευθύνονται κατεξοχήν από τις ερωτικές επιθυμίες….. είναι δε ευμετάβλητοι και αψίκοροι στις επιθυμίες τους, και επιθυμούν με σφοδρότητα μεν αλλά γρήγορα ησυχάζουν…… είναι ορμητικοί, θυμώδεις, και ικανοί να παρασυρθούν από την οργή τους. Και νικούνται από την ορμή τους, διότι εξ αιτίας της αγάπης τους προς την τιμή δεν ανέχονται να τους παραμελούν , αλλά αγανακτούν εάν νομίζουν ότι αδικούνται.»

Άσκηση

Στα παραπάνω κείμενα προβάλλονται τα χαρακτηριστικά των νέων με διαφορετικό τρόπο σε κάθε περίπτωση. Να εντοπίσετε 2 κειμενικούς δείκτες από κάθε κείμενο που σχετίζονται με το νεανικό χαρακτήρα. Στη συνέχεια να παρουσιάσετε ένα προσωπικό σας γνώρισμα που πιστεύετε ότι σας χαρακτηρίζει στα χρόνια της εφηβείας που διανύετε. (150-200 λέξεις) 

Λογοτεχνία-Κριτήριο

Όταν η πανδημία εμπνέει…

Νγκούντι Γουά Θιόγκο

Ο Νγκούγκι γουά Θιόνγκο είναι πεζογράφος και δοκιμιογράφος, εξέχων εκπρόσωπος των αφρικανικών γραμμάτων με εκτεταμένο έργο. Γεννήθηκε το 1938 στο Λιμούρου της Κένυας.Το ενδιαφέρον του για την κληρονομιά της αποικιοκρατίας στην Αφρική ορίζει το έργο του. Τα «Πέταλα από αίμα» εκδόθηκαν το 1977, το τελευταίο βιβλίο του που έγραψε στα αγγλικά. Έκτοτε δήλωσε πως θα γράφει στη μητρική του διάλεκτο, την γκικούγιου, (Τα Gĩkũyũ είναι μία γλώσσα της οικογένειας των γλωσσών Μπαντού (ομοεθνία με πάνω από 400 φυλές της Αφρικής) που ομιλείται κυρίως στην περιοχή μεταξύ Νιέρι και Ναϊρόμπι στην Κένυα και παρότρυνε τους Αφρικανούς συγγραφείς να κάνουν το ίδιο. Οι μαχητικές πολιτικές του απόψεις τού στοίχισαν πολυετή αυτοεξορία από τη χώρα του. Σήμερα είναι καθηγητής συγκριτικής λογοτεχνίας και αγγλικής φιλολογίας, καθώς και διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Γραφής και Μετάφρασης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας (Ιρβάιν). Τα τελευταία χρόνια συγκαταλέγεται σταθερά μεταξύ των διεκδικητών του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα, είναι ο Νγκούγκι Γουά Θιόνγκο από την Κένυα. Τα βιβλία του (μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά, δοκίμια, ποιήματα), έχουν μεταφραστεί σε πάνω από 60 γλώσσεςΓια δύο φορές τα τελευταία χρόνια ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας και αρκετοί θεωρούν πως το 2016, αν δεν υπήρχε η υποψηφιότητα του Μπομπ Ντύλαν, θα ήταν αυτός που θα του απένειμε η Σουηδική Ακαδημία το βραβείο.

«Η Αυγή του Σκότους»

Το ξέρω, το ξέρω

Απειλεί τις απλές χειρονομίες των ανθρώπινων σχέσεων

Τη χειραψία

Την αγκαλιά

Τους ώμους που δίνουμε ο ένας στον άλλον για να κλάψουμε

Την καλή γειτνίαση που θεωρούμε δεδομένη

Τόσο που συχνά χτυπάμε το στήθος μας

Λαχταρώντας τον τραχύ ατομικισμό

Περιφρονώντας τη φύση,  ενώ ισχυριζόμαστε ότι η ιδιοκτησία ενσαρκώνει όλα τα νόμιμα δικαιώματα του ατόμου

Μουρμουρίζοντας ευγνωμοσύνη για τις μετοχές μας στους θεούς του κεφαλαίου.

- Ω, πόσο εύχομαι τώρα να μπορούσα να γράψω ποίηση στα αγγλικά

Ή σε κάθε άλλη γλώσσα που μιλάτε

Έτσι που να μπορώ να μοιραστώ μαζί σας,

λέξεις που η Wanjikũ, η Gĩkũyũ* μητέρα μου έλεγε:

«Gũtirĩ ũtukũ ũtakĩa»:

Καμία νύχτα δεν είναι τόσο σκοτεινή ώστε,

Να μην τελειώσει την Αυγή

Ή πιο απλά

Κάθε νύχτα τελειώνει με το χάραμα

. «Gũtirĩ ũtukũ ũtakĩa»:

Αυτό το σκοτάδι επίσης θα περάσει,

Θα συναντηθούμε ξανά και ξανά

Και θα μιλήσουμε για το Σκοτάδι και για την Αυγή

Θα τραγουδήσουμε και θα γελάσουμε

Ίσως ακόμη και να αγκαλιαστούμε

Φύση και φροντίδα κλειδωμένη σε μια πράσινη αγκαλιά

Γιορτάζοντας κάθε παλμό της κοινής μας ύπαρξης

Που θα ανακαλυφθεί ξανά και θα λατρευτεί αληθινά

Υπό το φως του Σκότους και της νέας Αυγής.

ΑΣΚΗΣΗ

Το παραπάνω ποιήμα γράφτηκε με αφορμή την πανδημία από τον covid19 που βιώνει ο πλανήτης μας. Να εντοπίσετε τα μηνύματα που θέλει να περάσει ο ποιητής με τη βοήθεια 4 κειμενικών δεικτών  για την επόμενη μέρα της ανθρωπότητας. Πιστεύετε πως ανάλογες δοκιμασίες βοηθούν τους ανθρώπους να γίνουν καλύτεροι και με ποιο τρόπο; (150-250 λέξεις)

Κειμενικοί δείκτες στη λογοτεχνία

Στη μορφή : 

Λογοτεχνικό γένος/ είδος (πεζογραφία/διήγημα)

Αφηγηματικές τεχνικές (π.χ. είδος αφηγητή)

Αφηγηματικοί τρόποι (π.χ.περιγραφή, αφήγηση, εσωτερικός μονόλογος)

 Γλωσσικές επιλογές (π.χ προσωπο, χρόνος, έγκλιση) 

 Λεξιλόγιο

 Ύφος

Εκφρατικά μέσα (π.χ παρομοίωση, μεταφορά )

Εικονοποιία 

Στίξη

 Δομή

 Συνδετικές λέξεις/φράσεις

 Στιχουργική

Στο περιεχόμενο:

Τίτλος

 Χαρακτήρες

 Αξίες – ιδέες – αντιλήψεις

 Στάσεις – συμπεριφορές

 Ανθρώπινες σχέσεις

 Συναισθηματικό κλίμα

 Κοινωνικοπολιτικές συνθήκες

 Διακειμενικές αναφορές (αναφορές σε άλλα κείμενα, λογοτεχνικά ή μη)

Κριτήριο Λογοτεχνίας ( παιδική εργασία και εκμετάλλευση)

Βίκτωρ Ουγκώ "Στοχασμοί"

- Πού πάνε όλα αυτά τα παιδιά; Πού πάνε όλα αυτά τα παιδιά, που ανάμεσά τους κανένα δεν γελά; Αυτές οι γλυκές, σκεφτικές υπάρξεις που ο πυρετός αδυνατίζει;

Αυτά τα κορίτσια των οχτώ χρόνων που περπατούν μόνα τους; Δουλεύουν δεκαπέντε ώρες κάτω από τις μυλόπετρες κάνοντας από την αυγή ως το βράδυ αδιάκοπα την ίδια κίνηση. Στην ίδια φυλακή, την ίδια κίνηση. Σκυμμένα πάνω από μια σκοτεινή μηχανή, το αποτρόπαιο τέρας, που καταβροχθίζει τα πάντα μέσα στο σκοτάδι. Αθώοι σε κάτεργο, άγγελοι στην κόλαση.

Δουλεύουν. Όλα είναι μπρούντζος, όλα είναι σίδερο. Ποτέ δεν σταματούν, ποτέ δεν παίζουν. Κι είναι τόσο ωχρά! Στάχτη επάνω στα μάγουλά τους. Πριν ξημερώσει, είναι ήδη εκεί. Δεν καταλαβαίνουν τη μοίρα τους, κρίμα! Δες τι μας κάνουν οι άνθρωποι. Ω, άθλια σκλαβιά φορτωμένη στο παιδί. Ραχιτισμός!

Δουλειά […] που καταστρέφει ό, τι δημιούργησε ο Θεός, που σκοτώνει δίχως λόγο την ομορφιά στο μέτωπο, τη φλόγα στην καρδιά και που θα έκανε στα σίγουρα από τον Απόλλωνα έναν καμπούρη, από τον Βολτέρο έναν χαζό! Άθλια εργασία που κλέβει τα πιο γλυκά χρόνια, που δημιουργεί από τη μια πλούσιους κι από την άλλη τη μιζέρια, που χρησιμοποιεί ένα παιδί σαν εργαλείο! Πρόοδος που αναρωτιόμαστε: –Πού πάει; –Τι θέλει;

ΑΣΚΗΣΗ

Στο παραπάνω απόσπασμα ο Βίκτωρ Ουγκώ στα τέλη του 19ου αιώνα αποτυπώνει τις σκέψεις του για όλα εκείνα τα παιδιά που γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης, επισημαίνοντας ένα θέμα τόσο διαχρονικό όπως είναι αυτό της παιδικής εργασίας. Να εντοπίσετε τις σκέψεις του συγγραφέα για το πρόβλημα της παιδικής εκμετάλλευσης με τη βοήθεια 4 τουλάχιστον κειμενικών δεικτών. Στη συνέχεια να παραθέσετε τα συναισθήματά σας σχετικά με το φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης, σε όποια μορφή κι αν συναντάται καθημερινά σε κάθε γωνιά του πλανήτη (150-250 λέξεις)

Share this page